top of page

ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ

Ο Θεμιστοκλής ήταν Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός. Γεννήθηκε το 524π.Χ. στην Αθήνα και πέθανε το 459π.Χ., ίσως λόγω δηλητηρίασης στη Μαγνησία του Μαιάνδρου. Υπήρξε αρχηγός της δημοκρατικής παράταξης στην κλασική Αθήνα, έλαβε μέρος στη Μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. και στη Ναυμαχία του Αρτεμισίου το 480 π.Χ.. Έμεινε όμως γνωστός ως ο θεμελιωτής της ναυτικής δύναμης της Αθήνας και ως ο κυριότερος συντελεστής της αποφασιστικής νίκης των Ελλήνων εναντίον των Περσών στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας στις 29 Σεπτεμβρίου του 480 π.Χ., που σηματοδότησε την αρχή του τέλους της περσικής παρουσίας στη Μεσόγειο.

Ο Θεμιστοκλής. Προτομή στο μουσείο

της Όστια, Ιταλία

 

 

 

Ο Θεμιστοκλής εκλέχθηκε άρχων το 493 π.Χ. και έθεσε ως κύριο στόχο την ανάδειξη της Αθήνας ως κυρίαρχης ναυτικής δύναμης. Υπό την καθοδήγησή του, οι Αθηναίοι άρχισαν την κατασκευή ενός νέου λιμανιού στον Πειραιά, που θα αντικαθιστούσε αυτό του Φαλήρου. Το 483 π.Χ. ανακαλύφθηκε στη Μαρώνεια του Λαυρίου μία νέα φλέβα αργύρου, αξίας 100 ταλάντων. Ο Θεμιστοκλής κατόρθωσε να πείσει τους συμπολίτες του να μην ενεργήσουν με ιδιοτέλεια, αλλά να δουν μακρόπνοα και να διαθέσουν τα έσοδα στη ναυπήγηση 200 τριήρων, ταχύτατων κωπήλατων πολεμικών πλοίων, αριθμός πρωτοφανής για τα δεδομένα της εποχής. Σύμφωνα με μία εκδοχή, ο στόλος προοριζόταν αρχικά να πολεμήσει τους Αιγινήτες, που αποτελούσαν εμπόδια στα φιλόδοξα εμπορικά σχέδια των Αθηναίων, ενώ άλλοι θεωρούν ότι ο Θεμιστοκλής είχε από νωρίς προβλέψει ότι ο αγώνας των Ελλήνων εναντίον των Περσών θα κρινόταν στη θάλασσα. Έγινε, ωστόσο, αμέσως κατανοητό ότι η απόφαση του Θεμιστοκλή να αναπτύξει τον αθηναϊκό στόλο είχε αντίκτυπο στα εσωτερικά της πόλης, καθώς ενίσχυε αισθητά την πολιτική κυριαρχία των κατώτερων κοινωνικών τάξεων της Αθήνας, των θητών, που επάνδρωσαν τα πλοία ως κωπηλάτες.

Η ναυμαχία της Σαλαμίνας, 480 π.Χ.

Στη Σαλαμίνα, ο Ευρυβιάδης και οι Πελοποννήσιοι σύμμαχοί του σκέπτονταν να εγκαταλείψουν τα στενά και να πάνε με το στόλο τους στον Ισθμό της Κορίνθου, όπου θα αντιμετώπιζαν τον περσικό στόλο. Ο Θεμιστοκλής όμως υποστήριζε ότι ο στόλος έπρεπε να μείνει στη Σαλαμίνα και να ναυμαχήσει στα στενά της, μπροστά στα σημερινά Αμπελάκια. Όταν στο συμβούλιο ο Θεμιστοκλής μέσα στην ορμή του μίλησε πριν από τον Ευρυβιάδη, ο στρατηγός Αδείμαντος από την Κόρινθο τού είπε ότι αυτούς που στους αγώνες ξεκινούν πριν δοθεί το σύνθημα, τους ραπίζουν. Ο Θεμιστοκλής του αποκρίθηκε αμέσως ότι και αυτοί που ξεκινούν πολύ μετά το σύνθημα δεν παίρνουν βραβείο. Τότε ο Ευρυβιάδης θύμωσε και σήκωσε το ραβδί του να χτυπήσει τον Θεμιστοκλή. Ο Θεμιστοκλής, όμως, σαν ψύχραιμος που ήταν, αντί να οργιστεί, είπε τη φράση: "Πάταξον μεν, άκουσον δε". Ο θυμός του Ευρυβιάδη τού πέρασε αμέσως και διατηρήθηκε έτσι η ηρεμία που ήταν απαραίτητη. Όταν όμως ο Αδείμαντος αποκάλεσε τον Θεμιστοκλή άπατρι, επειδή η πατρίδα του δεν ήταν ελεύθερη καθώς ο Ξέρξης είχε κυριεύσει την Αθήνα, ο Θεμιστοκλής αγανακτισμένος τού είπε ότι οι Αθηναίοι έχουν πατρίδα τους τις 200 τριήρεις τους και ότι θα μεταναστεύσουν στο Σίρι της Κάτω Ιταλίας όπου θα ιδρύσουν νέα πόλη. Στη σκέψη ότι οι Αθηναίοι μπορεί να αποχωρούσαν με το στόλο τους, ο Ευρυβιάδης αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Όμως οι άλλοι στρατηγοί, βλέποντας την Αθήνα να καίγεται και τον εχθρικό στόλο να βρίσκεται στο Φάληρο, ετοιμάζονταν να μπουν στα πλοία και να πλεύσουν στον Ισθμό.Τότε ο Θεμιστοκλής μηχανεύτηκε ένα σχέδιο (το τέχνασμα του Θεμιστοκλή αναφέρεται παρακάτω). Ο περσικός στόλος έπαθε πανωλεθρία. Οι Έλληνες έμειναν κύριοι του πεδίου της μάχης και έχασαν μόνο 40 τριήρεις ενώ καταστράφηκαν 200 περσικές τριήρεις. Προς το τέλος της σύγκρουσης, μάλιστα, ο Αριστείδης με Αθηναίους οπλίτες αποβιβάστηκε στη νήσο Ψυττάλεια, στα ανατολικά του όρμου, και εξόντωσε την επίλεκτη περσική φρουρά που ήταν εκεί εγκατεστημένη.

Λόγος του Θεμιστοκλή στα πληρώματα

Ηρόδοτος, VIII83. Όταν τέλος οι Έλληνες έδωσαν πίστη στα λόγια των Tηνίων, άρχισαν να προετοιμάζονται για να δώσουν ναυμαχία. Γλυκοχάραζε η αυγή κι αυτοί έκαναν σύναξη των πληρωμάτων· την ωραιότερη αγόρευση ανάμεσα σ' όλους την έκανε ο Θεμιστοκλής· ο λόγος του ήταν μια αντιπαράθεση ανάμεσα στα χειρότερα και τα καλύτερα, σ' όσα έχουν να κάνουν με τη φύση των ανθρώπων και τις συνθήκες της ζωής τους· κι αφού τους παρότρυνε να διαλέξουν τα καλύτερ' απ' αυτά κι έκανε μια περίτεχνη κατακλείδα, τους πρόσταξε να επιβιβαστούν στα καράβια. Κι αυτοί επιβιβάζονταν κιόλας, όταν έφτασε από την Αίγινα η τριήρης που είχε αποπλεύσει για να φέρει τους Αιακίδες. Tότε οι Έλληνες ανοίχτηκαν στο πέλαγος με όλα τα καράβια τους· και καθώς αυτοί ανοίγονταν, αμέσως τους επιτέθηκαν οι βάρβαροι.

«Εμπρός, των Ελλήνων γενναία παιδιά! να ελευθερώσετε πατρίδα, τέκνα, γυναίκες και των πατρικών θεών σας να ελευθερώσετε τα ιερά και των προγόνων τους τάφους˙ τώρα για όλα ’ναι που πολεμάτε».

«Ὦ, παῖδες Ἐλλήνων, ἴτε

ἐλευθερούτε πατρίδ’ ἐλευθερούτε δέ

παῖδας,γυναῖκας,θεῶν τέ πατρώων ἔδη

θήκας τέ προγόνων﮲ νῦν ὐπέρ πάντων ἀγών».

Μετά τους περικούς πολέμους στην Αθήνα σύντομα επικράτησε η φιλοσπαρτιατική αριστοκρατική μερίδα και ο Θεμιστοκλής παραμερίστηκε. Παρά τη σύνεσή του, ο Θεμιστοκλής έχασε την εμπιστοσύνη των Αθηναίων, που τον κατηγόρησαν ότι έκανε σφάλματα και παρεκτροπές. Το 471 π.Χ. ο Θεμιστοκλής εξοστρακίστηκε επειδή κάποιοι τον φθονούσαν και άλλοι επειδή φοβόντουσαν ότι με την υπεροχή του θα κινδύνευε η δημοκρατία. Ενόσω ο Θεμιστοκλής ζούσε εξόριστος στο Άργος, οι Σπαρτιάτες, είτε από φθόνο γιατί είχε δοξαστεί στη Σαλαμίνα, είτε από εκδίκηση γιατί τους ξεγέλασε και έχτισε παρά τη θέλησή τους τείχη στην Αθήνα, είτε για να μετριάσουν τη ντροπή που έφερε στη Σπάρτη η προδοσία του στρατηγού τους Παυσανία, για τον οποίο έλεγαν ότι είχε συμμαχήσει με τους Πέρσες, είτε από ειλικρίνεια για το καλό των Ελλήνων, κατηγόρησαν τον Θεμιστοκλή ότι ήταν συνεννοημένος με τον Παυσανία. Ο Θεμιστοκλής όμως, είτε γιατί η κατηγορία ήταν αληθινή, είτε γιατί πίστευε ότι η δίκη ήταν στημένη, έφυγε κρυφά από το Άργος. Πήγε στην Κέρκυρα, από εκεί κατέφυγε στον Άδμητο, τον βασιλιά των Μολοσσών, και από κει πέρασε τη Μακεδονία ώσπου κατέληξε στην Αυλή του βασιλιά της Περσίας Αρταξέρξη, ο οποίος ανέβηκε στο θρόνο το 465 π.Χ., μετά τη δολοφονία του Ξέρξη.

Λέγεται ότι ο Θουκυδίδης είχε πει αγανακτισμένος ότι οι Αθηναίοι συνηθίζουν να βαριούνται να τους ευεργετεί για πολύ καιρό ο ίδιος άνθρωπος. Πάντως, ο Αρταξέρξης χάρηκε πολύ όταν βρέθηκε στα χέρια του ο μεγάλος ήρωας της Σαλαμίνας και τον δέχθηκε με περισσή ευγένεια λέγοντας: "Μακάρι οι Έλληνες να διώχνουν πάντα έτσι τους καλύτερους ανθρώπους τους". Ο βασιλιάς έκανε μεγάλες τιμές στον Θεμιστοκλή και του παραχώρησε τα εισοδήματα τριών πόλεων της Μικράς Ασίας, της Λαμψάκου, της Μυούντας και της Μαγνησίας, όπου ο Θεμιστοκλής τελικά εγκαταστάθηκε.

Η παράδοση αναφέρει ότι όταν επαναστάτησε η Αίγυπτος, ο Αρταξέρξης ζήτησε από τον Θεμιστοκλή τη συνδρομή του στην καταστολή της επανάστασης, αλλά ο Θεμιστοκλής αρνήθηκε να στραφεί ενάντια στα ελληνικά συμφέροντα και από την άλλη δεν ήθελε να δείξει αχαριστία στο βασιλιά της Περσίας. Έτσι προτίμησε να πιει αίμα ταύρου ή κάποιο άλλο δηλητήριο και να θέσει τέρμα στη ζωή του (σύμφωνα όμως με τον Θουκυδίδη, ο Θεμιστοκλής πέθανε ύστερα από ασθένεια). Όταν ο Αρταξέρξης έμαθε το θάνατό του, θαύμασε τη φιλοπατρία του. Προς τιμήν του Θεμιστοκλή, στήθηκε λαμπρό μνήμα έξω από τα τείχη της Μαγνησίας και ανδριάντας του στην αγορά. Η σορός του μεταφέρθηκε κρυφά στον Πειραιά, όπου οι Αθηναίοι έκαναν έναν τάφο από ευγνωμοσύνη για τις μεγάλες υπηρεσίες που είχε προσφέρει στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Αθήνα.

Ο Θεμιστοκλής αναμφίβολα υπήρξε ένας διορατικός πολιτικός και ένας μεγαλοφυής ηγέτης που ενδυνάμωσε το δημοκρατικό πολίτευμα της Αθήνας, κατέστησε την Αθήνα πρώτη ναυτική δύναμη στη Μεσόγειο και απάλλαξε την Ελλάδα από την περσική απειλή, παρότι συναντούσε συνεχώς αντιδράσεις στην εφαρμογή των σχεδίων του. Κατά τον Πλούταρχο, ο Θεμιστοκλής υπήρξε ο κύριος συντελεστής της σωτηρίας της Ελλάδας. Ο προσωπικός του θρίαμβος, η ναυμαχία της Σαλαμίνας, αποτελεί καμπή στους περσικούς πολέμους και μία από τις σπουδαιότερες ναυτικές συγκρούσεις στην ιστορία.

Ο χαρακτήρας του Θεμιστοκλή

Φαίνεται πως τα πολιτικά τράβηξαν τον Θεμιστοκλή γρήγορα και ζωηρά και έντονη ορμή τον κυρίευσε για τη δόξα... Κι ήταν τόσο παράφορος για τη δόξα ώστε νέος ακόμα, όταν έγινε η μάχη εναντίον των βαρβάρων στον Μαραθώνα και διαφημίστηκε η στρατηγία του Μιλτιάδη, αυτός φαινόταν σκεφτικός πολλές φορές, και τις νύχτες έμενε άγρυπνος, δεν πήγαινε στα συνηθισμένα συμπόσια κι έλεγε σε εκείνους που τον ρωτούσαν κι απορούσαν για την αλλαγή της ζωής του, πως δεν τον άφηνε να κοιμηθεί το τρόπαιο του Μιλτιάδη. Γιατί οι μεν άξιοι νόμιζαν πως η ήττα των βαρβάρων στον Μαραθώνα ήταν το τέλος του πολέμου, ενώ ο Θεμιστοκλής πως ήταν η αρχή μεγαλύτερων αγώνων και γι' αυτούς ετοίμαζε πάντοτε τον εαυτό του για το συμφέρον ολόκληρης της Ελλάδος.

Πλούταρχος, Θεμιστοκλής 3 (μετ. Αθηνάς Καλογεροπούλου)

Το τέχνασμα του Θεμιστοκλή

Ἀλλ' ἐπεὶ τῶν πολεμίων ὁ στόλος τῇ Ἀττικῇ κατὰ τὸ Φαληρικὸν προσφερόμενος τοὺς πέριξ ἀπέκρυψεν αἰγιαλούς, πάλιν ἐπάπταινον οἱ Πελοποννήσιοι πρὸς τὸν Ἰσθμόν. Ἔνθα δὴ ὁ Θεμιστοκλῆς ἐβουλεύετο καὶ συνετίθει τὴν περὶ τὸν Σίκιννον πραγματείαν. Ἦν δὲ τῷ μὲν γένει Πέρσης ὁ Σίκιννος, αἰχμάλωτος, εὔνους δὲ τῷ Θεμιστοκλεῖ καὶ τῶν τέκνων αὐτοῦ παιδαγωγός. Τοῦτον ἐκπέμπει πρὸς τὸν Ξέρξην κρύφα, κελεύσας λέγειν ὅτι Θεμιστοκλῆς ὁ τῶν Ἀθηναίων στρατηγὸς αἱρούμενος τὰ βασιλέως ἐξαγγέλλει πρῶτος αὐτῷ τοὺς Ἕλληνας ἀποδιδράσκοντας, καὶ διακελεύεται ἐν ᾧ ταράττονται τῶν πεζῶν χωρὶς ὄντες ἐπιθέσθαι καὶ διαφθεῖραι τὴν ναυτικὴν δύναμιν. Ταῦτα δ' ὁ Ξέρξης ὡς ἀπ' εὐνοίας λελεγμένα δεξάμενος, ἥσθη καὶ εὐθὺς ἐξέφερε πρὸς τοὺς ἡγεμόνας τῶν νεῶν διακοσίαις ναυσὶν ἀναχθέντας ἤδη διαζῶσαι τὰς νήσους, ὅπως ἐκφύγοι μηδεὶς τῶν πολεμίων.

Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Θεμιστοκλῆς 12.2-6 (διασκευή)


Με βάση τα παραπάνω, συνάγεται το συμπέρασμα πως ο Θεμιστοκλής ήταν μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες. Ήταν ηθικός και συμπαθής, γενναίος και εύστροφος. Είναι αξιοσημείωτο, το γεγονός πως γνώριζε πώς να ηγηθεί ένα στρατό χωρίς παρατυπίες ή μίσος προς αυτόν από τους στρατιώτες. Επιπρόσθετα, διακρίνεται φιλοπατρία και φιλοδοξία, που ήταν σύμμαχος του στην σταδιοδρομία του ως στρατηγού αλλά και ως πολιτικού. Άλλωστε, ο Θεμιστοκλής είχε ένα όραμα, να κατορθώσει το κάτι καλύτερο. Το επιδίωξε και τα κατάφερε!

 

Κείμενο της μαθήτριας Δέσποινας Παρθένιου
 

ΠΗΓΕΣ

  • Βικιπαίδεια

  • Σχολικό βιβλίο Α΄Γυμνασίου, Ηροδότου Ιστορίες

  • Σχολικό βιβλίο Α Γυμνασίου, Αρχαία Ιστορία

  • Σχολικό βιβλίο Β΄ Γυμνασίου, Αρχαία Ελληνική Γλώσσα

ship.jpg
bottom of page